Friday, July 5, 2013

Όλη η αλήθεια για τους Τουρκοκυπρίους



Όταν ο Λαλά Μουσταφά εισέβαλε το καλοκαίρι του 1570 από την ακτή της Λάρνακας επικεφαλής του οθωμανικού στόλου με 180 χιλιάδες ασκέρι, δεν είχε Τούρκους να τον υποδεκτούν στην προκυμαία.
Αποβιβάστηκε, προχωρούσε και έσφαζε όποιον δεν έπεφτε γονυπετής για να τον προσκυνήσει. Πέρασε εύκολα στα περίχωρα της Λευκωσίας και στρατοπέδευσε στη Νήσου και στη γύρω περιοχή, για να οργανώσει την τελική του επίθεση.
Οι Ενετοί, που βασίλευαν τότε σε όλη την Κύπρο, περίμεναν την εισβολή και ήταν ο χειρότερός τους εφιάλτης. Χάλασαν εκκλησίες, παλιά κτίσματα και παραπήγματα και με ταχύτατους ρυθμούς μέσα σε μια τριετία έκτισαν τα τείχη της Λευκωσίας. Όσα πρόλαβαν να κτίσουν, δηλαδή, γιατί μόνο το πρώτο διάζωμα ολοκλήρωσαν όταν τους βρήκε η επίθεση των οθωμανών. Περιμάζεψαν την πόλη, για να μπορεί να αποκρούσει επίθεση, και σχεδίαζαν ν' ανεγείρουν ακόμη ένα δεύτερο διάζωμα τειχών, αλλά δεν πρόλαβαν. Το οχυρωματικό έργο το σχεδίασε ο Πάολο Σαρβοράνο, ο αρχισχεδιαστής των οχυρωματικών των Ενετών στις διάφορες μεσογειακές κτήσεις τους. Ήταν ο ίδιος άνθρωπος που σχεδίασε και τα οχυρωματικά του Ηρακλείου Κρήτης και αλλού.
Εκτροπή του Πεδιαίου και υδάτινη τάφρος
Στο σχεδιασμό οι Ενετοί πραγματοποίησαν εκτροπή της κοίτης του Πεδιαίου και επιχείρησαν, αν ήταν δυνατό, να γεμίσουν την τάφρο με νερό. Ήθελαν να γίνει ακόμη πιο δύσκολο το εγχείρημα των επίδοξων πορθητών της πόλης. Δεν πρόλαβαν να κάνουν πολλά πράγματα: το οθωμανικό λεφούσι διψούσε για νέες κτήσεις και αίμα.
Ο αγώνας ήταν ανελέητος. Τα αλλεπάλληλα γιουρούσια των φανατικών του Ισλάμ ανακόπτονταν από τα ενετικά κανόνια και οι υπερασπιστές άλλαζαν βάρδιες για έναν και πλέον μήνα στους προμαχώνες. Στην τάφρο του Μπαϊρακτάρη, όπου και το σχετικό τέμενος σήμερα, έσπασε η γραμμή. Ο σημαιοφόρος κατάφερε και ανέβηκε τα τείχη, καρφώνοντας το μπαϊράκι. Το είδαν αυτό τα λεφούσια της Ανατολίας και όρμηξαν πατώντας μέσα στην πόλη και στα μετόπισθεν των ηρωικών Ενετών μαχητών. Ο Μπαϊρακτάρης σκοτώθηκε επιτόπου, αλλά η ζημιά έγινε. Οι οθωμανοί, που διψούσαν για αίμα, βιασμούς και κλοπές, μπήκαν στη Λευκωσία. Το μπαρούτι είχε τελειώσει στους ηρωικούς μαχητές και το τέλος είχε φτάσει για όλες τις αριστοκρατικές, και όχι μόνο, οικογένειες της πόλης. Τα οθωμανικά σπαθιά δούλευαν ακατάπαυστα. Έφιπποι και πεζοί αλαλάζοντες εισβολείς αποκεφάλιζαν όποιον συναντούσαν.
Περιγραφή Άγγλου περιηγητή
Είναι χαρακτηριστική περιγραφή Άγγλου περιηγητή της εποχής, που είχε εγκλωβιστεί στην πόλη και επιβίωσε της σφαγής:
«... Έτρεχε η δόγια μαζί με την κυρία της στο δρόμο για να κρυφτεί, όταν ένα τουρκικό χαντζάρι έκοψε τον άνεμο και το κεφάλι της κυράς της, που στριφογύρισε σαν μπάλα στον αέρα. Η δόγια σταμάτησε, άνοιξε την ποδιά της, το πήρε και έτρεχε μαζί με το κομμένο κεφάλι της κυράς της για να κρυφτεί. Δεν πρόλαβε να κάνει πολλά βήματα, όταν και την ίδια καρατόμησε η οθωμανική οργή. Ούτε δόγιες, δούλες, ούτε αρχόντισσες, ούτε νέους, γέρους ή μικρά παιδιά ενετικής καταγωγής λυπήθηκαν οι εισβολείς. Η διαταγή ήταν «σκοτώστε τους όλους».
Μαζί τους εκτελέστηκε και τοπικός πληθυσμός, Έλληνες της Κύπρου, που ήταν στην υπηρεσία των αρχόντων τους. Ο περισσότερος ελληνικός πληθυσμός διεσώθη, μαζί και κάποιοι Ενετοί που έφυγαν στα υψώματα και στην κεντρική Κύπρο. Οι δρόμοι της πόλης, επιμένουν οι ξένες πηγές, βάφτηκαν κόκκινοι από το αίμα που έτρεξε. Σε αναλογία πληθυσμού, η σφαγή χαρακτηρίζεται μεγαλύτερη από εκείνην της άλωσης της Πόλης (Κωνσταντινούπολης).
Πολύ χειρότερα ακολούθησαν στην Αμμόχωστο, με την εκτέλεση του Μαρκαντώνιου Βραγαδίνου και όλης της ενετικής αριστοκρατίας, παρά τη συμφωνία που έγινε να παραδώσουν την πόλη και να φύγουν μαζί με τις γαλέρες τους.
Πώς προήλθαν οι Τουρκοκύπριοι
Η οθωμανοί κυρίευσαν την Κύπρο το 1571 και είναι φανερόν ότι δεν υπήρχε τότε τουρκικό στοιχείο στο νησί. Μετά την κυριαρχία τους και την εξόντωση των Ενετών, χώρισαν την επικράτεια σε πασαλίκια κι άφησαν μικρές ολιγάριθμες φρουρές για να τα επιτηρούν. Ο στόλος, μαζί με τον κύριο όγκο του ασκεριού (στρατού), απέπλευσε για αλλού. Το ερώτημα που πλανιέται είναι πού βρέθηκαν σήμερα τόσοι Τουρκοκύπριοι, πώς προέκυψαν και αποτελούν σήμερα μέρος του προβλήματος της Κύπρου.
Για την παρουσία τους υπάρχουν πολλές θεωρίες και ερμηνείες, από διάσπαρτες ιστορικές πηγές. 
Επρόκειτο για άτομα που αλλαξοπίστησαν από την ελληνική και μαρωνιτική κοινότητα της Κύπρου, για να γλιτώσουν τις επαχθείς φορολογίες και για να έχουν τα οφέλη της άρχουσας τάξης. Τα άτομα αυτά προσαρμόζονταν ανάλογα με τις πολιτικές εποχές και τους καιρούς.
Ο Παναγιώτης Χατζηδημητρίου γράφει ότι σημαντικό ποσοστό των λεγόμενων λινοβάμβακων αποτελεί σήμερα μεγάλο μέρος της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Όπως εξηγεί, οι Κύπριοι αυτοί έχουν τις ίδιες καταβολές μαζί με τους Ελληνοκυπρίους. Επισημαίνει ότι απόδειξη τούτου είναι τα πολλά τουρκοκυπρικά χωριά με ονόματα αγίων.
Ο Φαίδωνας Θ. Παπαδόπουλος, Δρ Θεολογίας - θρησκειολόγος, αναλύει το θέμα των λινοβάμβακων - κρυπτοχριστιανών της Κύπρου, οι οποίοι, λόγω των αβάστακτων φορολογιών και άλλων πιέσεων επί οθωμανικής κατοχής, δήλωναν μουσουλμάνοι. Ωστόσο, όταν η Κύπρος πέρασε στην αγγλική αποικιοκρατία, ένα μεγάλο ποσοστό των λινοβάμβακων επανεντασσόταν ομαδικά στη χριστιανική ορθόδοξη κοινότητα της Κύπρου. Η πολιτική των βρετανικών αποικιοκρατικών Αρχών, η διαμάχη στους κόλπους της Εκκλησίας της Κύπρου για τον αρχιεπισκοπικό θρόνο και άλλοι παράγοντες, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διακοπή της επανένταξης των λινοβάμβακων στη χριστιανική κοινότητα.
Κοινές ρίζες
Οι συνθήκες επί Αγγλοκρατίας δεν επέτρεψαν να επανέλθουν στη χριστιανική κοινότητα όλοι οι κρυπτοχριστιανοί, γνωστοί ως λινοβάμβακοι.
Σε δύο βιβλία του Δρα Θεολογίας - θρησκειολόγου Φαίδωνα Παπαδόπουλου παρουσιάζεται τεκμηριωμένα η σύνθεση του κυπριακού πληθυσμού.
Οι λινοβάμβακοι μαζικά, με τον έλεγχο της Κύπρου από την Αγγλία, επέστρεφαν στη χριστιανική κοινότητα. Σε κάποιες κοινότητες, στην απογραφή, οι κάτοικοι παρουσιάζονται ως μουσουλμάνοι και στην επόμενη απογραφή ως χριστιανοί. Χιλιάδες κάτοικοι της Κύπρου δήλωναν μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα και ως μητρική γλώσσα την ελληνική.
Υπάρχουν παραδείγματα κοινοτήτων, όπου μαζικά οι κάτοικοι επέστρεψαν στο Χριστιανισμό. Τέτοια χωριά, σύμφωνα με το Δρα Φαίδωνα Παπαδόπουλο και τη μελέτη του, συναντιούνται κατά κύριο λόγο στην επαρχία Λεμεσού, όπως τα χωριά Ακρούντα, Άγιος Τύχωνας, Μαθηκολώνη, Μοναγρούλι, Παλώδια, Φασούλα, Φοινικάρια, Πύργος, Πάνω Κυβίδες και Λιμνίτης. Στην επαρχία Λευκωσίας αναφέρονται τα χωριά Βαρίσια, Λυθροδόντας και Ευρύχου. Στην επαρχία Λάρνακας τα χωριά Λιβάδια και Χοιροκοιτία. Στην επαρχία Πάφου τα χωριά Μαμώνια και Κρήτου - Μαρόττου και στην επαρχία Αμμοχώστου το χωριό Λιοπέτρι. Καταγράφονται επίσης μεγάλα ποσοστά πληθυσμού που εντάσσονται στη χριστιανική πίστη από πολλές άλλες κοινότητες.
Οι λινοβάμβακοι
Η ονομασία λινοβάμβακος , σύμφωνα με τον κ. Παπαδόπουλο, προέρχεται από το ρούχο με δύο όψεις, τη βαμβακερή και τη λινή. Η βαμβακερή εξωτερική πλευρά καταδεικνύει τη φαινομενική πλευρά των κρυπτοχριστιανών και η εσωτερική πλευρά την κρυφή θρησκευτική ταυτότητα.
Ο κ. Παπαδόπουλος έχει εκδώσει και δύο βιβλία που αναφέρονται στους λινοβάμβακους της Κύπρου, στα οποία παρουσιάζονται πολύ σημαντικά ντοκουμέντα. Πρόκειται για τα βιβλία «Τούρκοι, μουσουλμάνοι ή κρυπτοχριστιανοί (λινοβάμβακοι); Γνωριμία με το σύνοικο στοιχείο», «Η εδαφική και πληθυσμιακή πτυχή του κυπριακού προβλήματος, Χάρτες και ποσοστά υπό το φως της Ιστορίας».
Στα δύο βιβλία παρουσιάζονται έγγραφα και ντοκουμέντα απογραφής πληθυσμού, όπου ο πληθυσμός σε κάποια χωριά, οι κάτοικοι στην ολότητά τους παρουσιάζονται με θρήσκευμα μουσουλμανικό και στην επόμενη απογραφή με χριστιανικό θρήσκευμα. Δημοσιεύεται επίσης επιστολή κατοίκων των χωριών Αμπέλια και Πύργος στην περιοχή της Τηλλυρίας, ημερομηνίας 6/1/1882, όπου κάτοικοι ζητούν από το Διοικητή Λευκωσίας επί Αγγλοκρατίας, να εγγραφούν στους καταλόγους των χριστιανών.
Ντοκουμέντο
Το φαινόμενο της επιστροφής λινοβάμβακων παρουσιάζεται ιδιαίτερα στην περιοχή της Τηλλυρίας, η οποία κατά κοινή ομολογία χαρακτηρίζετο ως λινοβαμβακική. Αυτούσια η επιστολή των λινοβάμβακων των χωριών Αμπέλια και Πύργος Τηλλυρίας, προς το διοικητή Λευκωσίας, παρατίθεται πιο κάτω:
«Ενδοξότατε Διοικητά της Λευκωσίας κύριε Ίγγλις
Οι ευσεβάστως υποφαινόμενοι λινοβάμβακοι του χωριού Αμπέλια και του Πύργου Τηλλυρίας του διαμερίσματος Λεύκας παρουσιαζόμεθα διά της παρούσης ημών ταπεινής αναφοράς ίνα φέρωμεν εις γνώσιν της Υμ. Ενδοξότητος ότι έως τώρα όντες χριστιανοί ορθώδοξοι εν τω κρυπτώ διά τον φόβον των διοικούντων την Κύπρο Τούρκων, αναγκαζόμεθα εν τω φανερώ να φαινόμεθα μωαμεθανοί. Ήδη δε διατελούντες υπό την ελευθέραν και ανεξίθρησκον κυβέρνησιν της Σεπτής Ανάσσης του Μεγάλου Αγγλικού έθνους ενθαρρυνόμεθα να μην κρύπτωμεν τας θρησκευτικάς πεποιθήσεις ημών και να δηλώνουμε ότι από τούδε θέλουμεν να πρεσβεύουμεν φανερά την Χριστιανικήν Ορθόδοξον θρησκείαν. Ευλπιστούμεν ενδοξότατε ότι η παράκλησίς μας θέλει εισακουσθή παρ’ υμών, και θέλετε διατάξει τα δέοντα, διατελούμεν της υμετέρας ενδοξότητος ταπεινοί δούλοι.
Αμπέλια, τη 6η Ιανουαρίου 1882»
Η διακοπή της επανένταξης
Με βάση τα στοιχεία που παρουσιάζει ο κ. Παπαδόπουλος, το διάστημα 1878-1914 αποτελεί το χρονικό πλαίσιο μέσα στο οποίο έχουν συντελεσθεί οι σχετικές με την κοινότητα των λινοβαμβάκων ζυμώσεις και ιδίως εκείνες οι οποίες παρουσίασαν μαζικό χαρακτήρα. Κατά το διάστημα αυτό κοινότητες, οι οποίες εφέροντο ως μουσουλμανικές, λινοβαμβακικές ή μεικτές, επέστρεψαν οριστικά στο Χριστιανισμό, άλλες παρέμειναν οριστικά στο Ισλάμ. Το φαινόμενο της επιστροφής στη Χριστιανική Κοινότητα πήρε τέτοιες διαστάσεις, σε σημείο ώστε η αναμενόμενη εξέλιξη να ήταν η επανένταξη του συνόλου των λινοβαμβάκων στην ορθόδοξη κοινότητα. Αυτό όμως δεν έχει συμβεί, και σύμφωνα με το Δρα Παπαδόπουλο οι βασικοί λόγοι είναι:
- Η προσπάθεια επιστροφής των λινοβαμβάκων δεν είχε πάντοτε την πρέπουσα στήριξη εκ μέρους των μελών και της ηγεσίας της ορθόδοξης κοινότητας, με αποτέλεσμα να βρει πρόσφορο έδαφος εκ μέρους των μουσουλμάνων προσπάθεια συγκράτησης των εν λόγω στο Μωαμεθανισμό. Όλα αυτά συνέπεσαν και με τις έριδες στην Εκκλησία της Κύπρου όσον αφορούσε τη διαμάχη για τον αρχιεπισκοπικό θρόνο.
- Η βρετανική διοίκηση, για πολιτικούς λόγους, όχι μόνο δεν ενεθάρρυνε την επάνοδο των λινοβαμβάκων, αλλά τουναντίον έπραξε ό,τι ήτο δυνατόν για να την αποθαρρύνει. Βασικό εμπόδιο ήταν η γραφειοκρατία.
- Σημαντικός αριθμός λινοβαμβάκων, λόγω στράτευσης ή μεικτών γάμων και γενικά λόγω πολυετούς διαβίωσης υπό μουσουλμανικό μανδύα, έκλινε τελικά προς το Ισλάμ.
- Η αβεβαιότητα σχετικά με το πολιτικό μέλλον της Κύπρου και ιδιαίτερα η φημολογία περί επανόδου των οθωμανών, αποτέλεσε ανασχετικό παράγοντα του φαινομένου της ελεύθερης εκδήλωσης του χριστιανικού φρονήματος των λινοβαμβάκων.
Οι αποδείξεις
Δεν είναι η μόνη απόδειξη τα ονόματα Αγίων σε τουρκοκυπριακά χωριά, αλλά και πολλά άλλα στοιχεία, όπως οι πολλές εκκλησίες και ξωκλήσια σε πολλά άλλα τουρκοκυπριακά χωριά. Υπάρχουν ολόκληρες κοινότητες, όπου οι Τουρκοκύπριοι κάτοικοι δεν γνώριζαν άλλη γλώσσα εκτός από την ελληνική. Για παράδειγμα, στην κοινότητα Λουρουτζίνας, στην επαρχία Λευκωσίας, μέχρι το 1930 οι μαθητές του υποτιθέμενου μουσουλμανικού σχολείου, όπως και οι γονείς τους, μιλούσαν ελληνικά και σε περίπτωση δυσκολιών τους ή τραυματισμού τους επικαλούντο την Παναγία. Αποκλειστικά την ελληνική γλώσσα μιλούσαν και στο τουρκοκυπριακό χωριό Γαληνόπορνη στην Καρπασία. Και σήμερα ακόμη υπάρχουν ηλικιωμένοι Τουρκοκύπριοι που η μοναδική γλώσσα που γνωρίζουν είναι τα Ελληνικά. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι σε απογραφή που έγινε, μερικές χιλιάδες κατοίκων δήλωναν στο θρήσκευμα μωαμεθανοί και ως μητρική γλώσσα την ελληνική.
Επί Αγγλοκρατίας η Εκκλησία είχε βοηθήσει σε αρκετές περιπτώσεις κοινότητες και άτομα λινοβαμβάκων, για να επανέλθουν στη χριστιανική κοινότητα. Στα πλαίσια αυτά υπήρξε βοήθεια για ανέγερση εκκλησιών και σχολείων. Ωστόσο, η προσπάθεια αυτή φαίνεται να μην ήταν καθολική και χωρίς συνέχεια, λόγω, όπως προαναφέραμε, και της κρίσης στους κόλπους της Εκκλησίας.
Η δράση του Εβκάφ
Σημαντική δράση με στόχο τη συγκράτηση των λινοβαμβάκων στον μουσουλμανικό χώρο, στον οποίο ανήκαν θεωρητικά, είχαν αναπτύξει θρησκευτικές και άλλες προσωπικότητες της ισλαμικής κοινότητας. Με πρωτοβουλία του Εβκάφ και τη συνδρομή εύπορων μουσουλμάνων, κτίστηκαν τεμένη και ιδρύθηκαν σχολεία σε χωριά της Τηλλυρίας.
Ο Δρ Φαίδωνας Παπαδόπουλος υποστηρίζει ότι ελάχιστοι Τουρκοκύπριοι έχουν τις ρίζες τους από τη γεωγραφική περιοχή της Τουρκίας.
Συμπλήρωσε ότι οι μουσουλμάνοι που ήλθαν στην Κύπρο επί οθωμανικής κατοχής προέρχονταν από διάφορες αραβικές χώρες, όπως για παράδειγμα τη Συρία. Ωστόσο, τους επιβλήθηκε τουρκική ταυτότητα με την πάροδο του χρόνου. Βασικός πυρήνας των Τουρκοκυπρίων, όπως υποστηρίζεται, ήταν κρυπτοχριστιανοί - λινοβάμβακοι. Δύσκολο είναι να πεις και τους Τουρκοκυπρίους, μουσουλμάνους της Κύπρου, αφού οι περισσότεροι ως γνωστόν δεν θρησκεύουν και δεν διατηρούν ισλαμικό θρησκευτικό συναίσθημα. Απεναντίας, αρκετοί Τουρκοκύπριοι διατηρούν χριστιανικό θρησκευτικό συναίσθημα.
Χωριά Αγίων και Τουρκοκυπρίων
Σύμφωνα με τα στοιχεία των πινάκων απογραφής πληθυσμού του 1960, κατά το έτος αυτό υπήρχαν στην Κύπρο 634 οικισμοί (χωριά), από τους οποίους οι 117 ήταν αμιγώς μουσουλμανικοί (τουρκοκυπριακοί). Αυτό, βέβαια, όπως τονίζει ο κ. Φαίδωνας Παπαδόπουλος, δεν σημαίνει ότι οι συγκεκριμένες κοινότητες ήταν ανέκαθεν μουσουλμανικές. Απεναντίας, υπάρχουν επαρκείς ιστορικές μαρτυρίες, επί τη βάσει των οποίων καταδεικνύεται το χριστιανικό παρελθόν της συντριπτικής πλειοψηφίας τους.
Χαρακτηριστικό είναι και τα αμιγή τουρκοκυπριακά χωριά με ονόματα αγίων. Στην επαρχία Λευκωσίας τα χωριά Άγιος Επιφάνιος Σολέας, Άγιος Θεόδωρος Τηλλυρίας, Άγιος Ιωάννης Σελέμανι, στην επαρχία Λεμεσού Άγιος Θωμάς, στην επαρχία Αμμοχώστου Άγιος Ανδρόνικος (Τοπσού Κιογιού), Άγιος Ευστάθιος, Άγιος Ιάκωβος, Άγιος Συμεών, Άγιος Χαρίτων, στην επαρχία Πάφου Άγιος Γεώργιος, Άγιος Ιωάννης. Ονόματα Αγίων φέρουν και μεικτά χωριά όπως τα χωριά Αγία Μαρίνα Σκυλλούρας, Άγιος Γεώργιος Λεύκας, Άγιος Σωζόμενος στην επαρχία Λευκωσίας, Άγιος Ανδρόνικος (Καρπασίας), Αγία Άννα, Άγιος Θεόδωρος στην επαρχία Λάρνακας, Αγία Βαρβάρα, Άγιος Ισίδωρος, Άγιος Νικόλαος στη επαρχία Πάφου, Αγία Ειρήνη, Άγιος Επίκτητος στην επαρχία Κερύνειας.
Ο Τουρκοκύπριος -για χρόνια- ηγέτης Ραούφ Ντενκτάς κατάγεται από χωριό που φέρει το όνομα Αγίου. Πρόκειται για τον Άγιο Επιφάνιο Σολέας, όπου σε αρχική καταγραφή πληθυσμού η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων παρουσιάζονται ως χριστιανοί. Σε επόμενη απογραφή όλοι οι κάτοικοι είναι δηλωμένοι οθωμανοί.

3 comments:

  1. Νομιζω οτι ολοι οι λινοπαμπακοι ηθελαν να επιτρεψουν στον Χριστιανισμο αλλα οι Επισκοποι και Αρχιεπισκοποι ειχαν αρνηθει.Αν τους ακαμναν ολους Χριστιανους δεν θα ειχαμε τα προβληματα στον αιωνα 1900-2000 μ.Χ

    ReplyDelete
  2. Υποστηρίχθηκε από ορισμένους συγγραφείς πως οι Τουρκοκύπριοι κατά το μεγαλύτερο μέρος δεν είναι γνήσιοι Τούρκοι, αλλά στην πραγματικότητα Έλληνες, που για διαφόρους λόγους πέρασαν στον ισλαμισμό. Αυτή τη θέση συναντά κανείς στα βιβλία των Αλέξης Αδ. Κύρου, Ελληνική Εξωτερική Πολιτική, Αθήναι 1955 και του Κώστα Π. Κύρρη, Κύπρος, Τουρκία και Ελληνισμός, Θεσμοί, Δομές, Σχέσεις, Προβλήματα, Λευκωσία 1980.

    Δεν υπάρχει αμφιβολία, πως μετά την κατάκτηση της Κύπρου από τους Οθωμανούς το νέο τουρκικό πληθυσμιακό στοιχείο ενισχύθηκε με εξισλαμισμένους γηγενείς.

    Όμως, στο μεγαλύτερο μέρος του, το τουρκοκυπριακό τμήμα του πληθυσμού της Κύπρου αποτελείται από απογόνους εκείνων των Τούρκων, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην Κύπρο στο πλαίσιο της παραμονής στο νησί πρώην στρατιωτών και των δικών τους ή του ερχομού υπαλλήλων της οθωμανικής διοίκησης και, περισσότερο, του συστηματικού εποικισμού με κατοίκους της Ανατολής και άλλων περιοχών. Όπως σωστά παρατήρησε ο Πανταζής Τερλεξής, ο ισχυρισμός, πως οι σημερινοί Τουρκοκύπριοι δεν είναι παρά αλλαξοπιστήσαντες Έλληνες συνιστά υπερβολή. (Πανταζής Τερλεξής, Διπλωματία και Πολιτική του Κυπριακού. Ανατομία ενός λάθους, Έκδοση Β΄, σελίδες 59 – 60). Τέτοιοι ισχυρισμοί εκφράζουν ένα τυφλό εθνικισμό, που οδηγεί σε απώλεια της επαφής με την πραγματικότητα.

    Οι Τουρκοκύπριοι διαμορφώνονται ως μια διακριτή πληθυσμιακή οντότητα στο νησί μετά την κατάληψη της Κύπρου από τους Οθωμανούς το 1571. Στα πρώτα χρόνια της οθωμανικής κατοχής μεταφέρεται στο νησί σημαντικός αριθμός τουρκόφωνων μουσουλμάνων από τις κεντρικές επαρχίες της Ανατολίας.

    Κατά τις πιο αξιόπιστες πηγές, στο νησί παρέμειναν τέσσερις χιλιάδες στρατιώτες παρότι, κατά την «Ιστορία χρονολογική της νήσου Κύπρου» του Αρχιμανδρίτη Κυπριανού, ο αριθμός υπερέβαινε τις είκοσι χιλιάδες.

    ReplyDelete
    Replies
    1. Τέλος, υπήρξαν και εξισλαμισμοί ανάμεσα, κυρίως, στα μέλη της λατινικής κοινότητας. Με την έλευση των Οθωμανών η τοπική Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ουσιαστικά διαλύθηκε, στα μέλη της, δεν της αναγνωρίστηκε το δικαίωμα της κοινοτικής συγκρότησης, γι' αυτό άλλωστε και υπήρξαν στόχοι εντονότερων διακρίσεων, διώξεων και περιορισμών που συνέβαλαν στη μαζικότερη προσχώρησή τους στο ισλάμ. Πολλοί Λατίνοι και Μαρωνίτες ασπάστηκαν το ισλάμ, όχι μόνο για να σώσουν τη ζωή τους, αλλά και για να διατηρήσουν τις περιουσίες τους και την πρότερη κοινωνική τους θέση στο νέο σύστημα εξουσίας.

      Το μιλλέτ των Ρωμιών διέθετε μια σχετική κοινοτική αυτονομία μέσα από τους δικούς του θεσμούς ως προς τη θρησκεία, την εκπαίδευση και την απονομή δικαιοσύνης. Αυτά επεξηγούν, εν μέρει, τους περιορισμένους εξισλαμισμούς ορθοδόξων χριστιανών. Όσοι εξισλαμίζονταν, το έπρατταν, κατά κανόνα, για να απαλλαγούν από τη βαριά φορολόγηση και για να αποκτήσουν τη δυνατότητα ανέλιξης στην οθωμανική γραφειοκρατία, κατά συνέπεια και κοινωνική άνοδο.

      Ενώ το εύρος των εξισλαμισμών στην Κύπρο δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια, εντούτοις οι διαθέσιμες πηγές συνηγορούν πως το φαινόμενο στην Κύπρο δεν έλαβε μαζικό χαρακτήρα. Σε αντίθεση, για παράδειγμα, με ό,τι συνέβηκε στην Κρήτη όπου, στην απουσία ενός ισχυρού ορθόδοξου θεσμού, το σύνολο σχεδόν των Τουρκοκρητικών υπήρξαν εξισλαμισθέντες ελληνόφωνοι χριστιανοί οι οποίοι, μέσω της θρησκευτικής μεταστροφής, πέτυχαν να καταλάβουν θέσεις ισχύος στο οθωμανικό σύστημα εξουσίας.

      Μέχρι και το 1831 οι πιο αξιόπιστες αναφορές για τον πληθυσμό του νησιού προέρχονται από ξένους προξένους, περιηγητές, εκπροσώπους της οθωμανικής γραφειοκρατίας και ορθόδοξους αξιωματούχους. Οι πλείστες αναφορές συγκλίνουν πως, μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα, ο μουσουλμανικός πληθυσμός του νησιού παρουσίαζε μια συνεχή αυξητική τάση. Αυτό επιβεβαιώνεται στην πρώτη επίσημη απογραφή της οθωμανικής διοίκησης του 1831, όπου το ποσοστό των Κυπρίων - μουσουλμάνων ανερχόταν στο 34%. Τα δεδομένα θα μεταβληθούν μετά τη δεκαετία του 1830 και ειδικότερα μετά την υπαγωγή της Κύπρου στη βρετανική διοίκηση. Με τη δεύτερη οθωμανική απογραφή το 1841, οι μουσουλμάνοι μειώθηκαν στο 30,4%, ενώ με την πρώτη βρετανική απογραφή το 1881 το ποσοστό τους περιορίστηκε στο 24,4%. Στη συρρίκνωση της πληθυσμιακής παρουσίας των μουσουλμάνων της Κύπρου συνέβαλαν δύο παράγοντες. Πρώτον, με την έλευση των Βρετανών εγκατέλειψε το νησί η διοικητική και στρατιωτική γραφειοκρατία της μουσουλμανικής κοινότητας. Η πιο πολυπληθής ομάδα, ωστόσο, αφορούσε τους ελληνόφωνους κρυπτοχριστιανούς οι οποίοι, παρά την εικονική τους προσχώρηση στο ισλάμ διατήρησαν τη μνήμη, άρα και τη χριστιανική τους ταυτότητα και γι' αυτό άλλωστε επανήλθαν στον χριστιανισμό.

      Ο αριθμός των εξισλαμισμένων Κυπρίων (είτε Ελλήνων είτε Λατίνων) κατά τον Βρετανό διοικητή Ρόλαντ Μίτσελ δεν υπερέβαινε, το 1878, τα 1.200 άτομα και ενώ αυτοί ήταν διάσπαρτοι σε πολλές περιοχές της Κύπρου, πιο συγκεντρωμένοι εντοπίζονταν στην περιοχή της Τηλλυρίας και σε κοινότητες ανατολικά και βορειοανατολικά της Λεμεσού.

      Υπολογίζεται ότι στις αρχές του 20ου αιώνα εφτά χιλιάδες, περίπου, Τουρκοκύπριοι εγκατέλειψαν σε αυτή την περίοδο το νησί.

      Delete